Ο Πόλεμος των Χωρικών - Μέρος Ι
Η γραμμική θεώρηση της ιστορίας καθώς και ο ιστορικός υλισμός αποτελούν δύο από τα σημαντικότερα κοπτικά εργαλεία στην προκρούστειο κλίνη των δημιουργών του σύγχρονου μεταπολεμικού κόσμου. Ενός κόσμου, ο οποίος γεννήθηκε από την σύμπραξη όλων των φαινομενικά αντίρροπων, μα εσωτερικώς ομοούσιων, δυνάμεων, οι οποίες συγκρούστηκαν λυσσαλέα με κάθε έκφανση αληθούς λαϊκού φυλετικού ψυχισμού, ανεξαρτήτως συνόλου όπου αυτό εμφανίσθηκε. Όμοια υπήρξε η πολεμική είτε επρόκειτο για Ινδοευρωπαίους, για Ιάπωνες, για Άραβες κ.ο.κ. Δίχως άλλο, το γεγονός της ακολουθήσεως της στρατιωτικής ταπεινώσεως, από μία αγωνιώδη και μανιασμένη επιθετική, με γνώμονα τον βιολογικό αλλά και ιδεολογικό αφανισμό κάθε πτυχής εκείνης της τάσεως επαναπροσδιορισμού των Ανθρωπίνων Αξιών και Ιδανικών, επαληθεύει την μεγάλη απειλή την οποία για πρώτη φορά αναγνώρισε το διεθνές κεφάλαιο στον πυρήνα της υπάρξεώς του. Στον αληθή δηλαδή ψυχισμό του μίσους, ο οποίος δια την επιβίωσή του και την ιερή του ανάγκη για επικράτηση, κατασκεύασε τα προσωπεία του υλισμού και της γραμμικότητος, καταφέρνοντας να κρατάει τόσο κοφτερή την λεπίδα τους, ώστε όποιος ηθελημένα ή μη βρισκόταν στην «κλίνη τους», αυτομάτως να έρχεται στα μέτρα και τα σταθμά που επιθυμούν.
Για τους «ιστορικούς» λοιπόν του μοντέρνου κόσμου, αποτελεί διαστρέβλωση η ηρωοποίηση του ιππότη Florian Geyer ή του Gottfried "Götz" von Berlichingen από μία προσωπικότητα η οποία δεν προήλθε από καμία πλούσια οικογένεια, από κανένα πολιτικό «τζάκι», από κανέναν επιχειρηματικό κύκλο, αλλά τον γέννησαν ο πόλεμος των χαρακωμάτων, η πείνα, οι κακουχίες, τα κατακρεουργημένα κορμιά των συμπολεμιστών, η ατομική μα και Εθνική αξιοπρέπειά της πατρίδος τους καθώς και ο εξευτελισμός ενός ολόκληρου λαού από τους νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Θεωρείται διαστρέβλωση η αναφορά του από ένα κίνημα το οποίο από τα μέτωπα του πολέμου και τις οδομαχίες ξεκίνησε να οργανώνεται σε κάποιες μπυραρίες του Μονάχου, συνέχισε να ματώνει στα οδοστρώματα της Ευρώπης, θρηνώντας εκατοντάδες νεκρούς έως ότου κατορθώσει να αναρριχηθεί στην εξουσία με μόνο σύμμαχο έως τότε την οργή και την ορμή μίας θελήσεως η οποία αγωνιούσε να θριαμβεύσει. Όχι για την μεγιστοποίηση κάποιου κέρδους, μήτε μεταφερόμενος με ασφαλισμένα βαγόνια, μήτε καν για την εξυπηρέτηση κάποιων σκοπιμοτήτων συγκεκριμένων μειοψηφιών. Τουναντίον, έχοντας την αίσθηση και αναλαμβάνοντας την ευθύνη μιας ολοκληρωτικής συγκρούσεως με την πηγή της αδικίας και της εκμετάλλευσης, της οποίας πρώτο θύμα έβλεπε το σύνολο του λαού του και εν συνεχεία όλων των άλλων λαών. Θεωρείται, λοιπόν, ιστορική βεβήλωση να μνημονεύουν τον Πόλεμο των Χωρικών και τον Florian Geyer οι Γερμανοί εθνικοσοσιαλιστές και ο Αδόλφος Χίτλερ, όταν το κίνημα αυτό, σε πείσμα κομμουνιστών και καπιταλιστών, υπήρξε το μοναδικό το οποίο αφότου ανέλαβε την εξουσία συγκρούστηκε με την παλαιά αριστοκρατία του τόπου του, γεννώντας μία νέα γενιά Γερμανών, των οποίων η αριστεία θα επαναπροσδιοριζόταν εκ νέου στους στρατώνες, στις παλαίστρες, στα στάδια, στα πανεπιστήμια, στις τέχνες και τα γράμματα. Ενός κινήματος, το οποίο για την εποχή του διέθετε το μεγαλύτερο ποσοστό νέων στις τάξεις του εν συγκρίσει με οποιοδήποτε άλλο παγκοσμίως.
Στον αντίποδα όλων αυτών, θεωρείται από την «επιστημονική» κοινότητα, ορθή η αναδρομική ισχύ, μεταφορά και εφαρμογή τίτλων που έφεραν δόγματα του 19ου αιώνα μερικούς αιώνες πίσω. Θεωρείται σώφρων να επικαλούμαστε γιους μεγαλοβιομηχάνων, οι οποίοι πέραν της ασήμαντης και μηδαμινής βιώσεως στο πετσί τους της αδικίας και του πόνου του κόσμου αυτού, περιπλανιόντουσαν συνεχώς στις ατέρμονες αναλύσεις επί αναλύσεων, επιστρέφοντας στην ασφάλεια της οικογενειακής επιχειρήσεως όποτε οι καιροί δυσκόλευαν για αυτούς. Προσωπικότητες οι οποίες αγωνιούσαν από τα γραφεία τους και τα ακριβά τους μελανοδοχεία να αναλύσουν αν π.χ. οι αγρότες μπορούν να θεωρηθούν επαναστάτες ή αντιδραστικοί θεωρούνται λοιπόν άξιοι να αναφερθούν σε μία μοναδική εξακτίνωση Ευγένειας και Ιπποσύνης όπως αυτής του Florian Geyer. Δυστυχώς, η πολιτική ορθότητα των καιρών απαιτεί οι κόψεις της λεπίδος των «επιστημόνων» να είναι καλά ακονισμένες διότι οι παράμετροι οι οποίες θα πρέπει να αποκοπούν για να φέρουν στα μέτρα τους την Ευρωπαϊκή ιστορία είναι πάρα πολλές.
Ο Florian Geyer, για κάποιους αποτελεί έναν απλό αντιδραστικό αποστάτη της τάξεώς του, ο οποίος έλαβε στον Πόλεμο των Χωρικών το μέρος των φτωχών ενάντια στους πλουτοκράτες της εποχής οι οποίοι είχαν ξεκινήσει να επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο τα χαμηλότερα στρώματα της κοινωνίας. Η προσέγγιση αυτή συνάδει με μέρος των γεγονότων, αλλά όχι με το σύνολο των πνευματικών και κοινωνικοπολιτικών ζυμώσεων της εποχής, των οποίων αποτέλεσμα υπήρξε και ο συγκεκριμένος πόλεμος. Δεν νοείται να αποκόψουμε τις διαμάχες, από το θρησκευτικό στοιχείο το οποίο τις χαρακτηρίζει και το οποίο συνδέεται εμμέσως με μία ολόκληρη εναντίωση του αγνού λαϊκού «ντόπιου» γερμανικού πνεύματος προς την ολοένα μεγαλύτερη διείσδυση του ξένου ρωμαιοκαθολικού παράγοντα. Βάσει αυτών, υποβόσκει την εποχή εκείνη μία μεγάλη σύγκρουση αξιών, μεταξύ του παλαιού παραδοσιακού στοιχείου και του νεωτερικού το οποίο έχει ξεκινήσει να διαμορφώνεται.
Αν μη τι άλλο, σε κάθε εποχή, οι άνθρωποι της υπαίθρου διατηρούν εντονότερη την σύνδεσή τους με τις ρίζες τους. Η επαφή τους με το φυσικό περιβάλλον της πατρίδος τους, η μεγαλύτερη διατήρηση σε βάθος χρόνου της αρχεγόνου πίστεώς τους και η διάχυση αυτής στα εισαγόμενα δόγματα και όχι το αντίθετο, η λιτότητα στον βίο τους η οποία τους καθιστά αγνότερους από τους εκφυλισμένους «καταναλωτές» των πλουσιοπάροχων μοναστηριών και παλατιών, η διατήρηση της μουσικής, χορευτικής και τελετουργικής κληρονομιάς και γενικότερα η βιωματική εμπειρία της ταυτότητάς τους, τους καθιστούσε, αλλά και τους καθιστά σε κάθε εποχή, φορέα της Λαϊκής Ψυχής. Φορέα ο οποίος αδυνατεί πολλές φορές να κινήσει αυτός καθ΄ αυτός την ιστορία, αλλά αποτελεί πάντοτε την πρώτη ύλη του ζυμαριού των μειοψηφιών που καταφέρνουν να την πάρουν στα χέρια τους. Από τα σπλάχνα αυτού του υποστρώματος βλαστάνουν τα στοιχεία εκείνα τα οποία δύνανται να διακρίνουν τις ανάγκες των συνόλων από τα οποία προέρχονται από κάποιο «ύψος» και κάποιο «μήκος». Αναγνωρίζουν τις απλές μα και τις σύνθετες ανάγκες του Λαού, των οποίων κομμάτι είναι και αυτοί. Με μόνη διαφορά, ότι τους χαρακτηρίζει η τάση να τον υπερβούν, να τον υπηρετήσουν, να αναγνωρίσουν τις απλές χαρές του, τις αναγκαίες ηδονές του, τα πάθη του, τους φόβους του, το μέλλον του και να θυσιάσουν μέρος ή και ολόκληρο το βίο τους χάριν αυτού. Αυτή ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε η φυσική αριστοκρατία κάθε Λαού. Οι προσωπικότητες οι οποίες ασυναίσθητα, άλογα και παθιασμένα αγωνιούν να εξυψωθούν – εξυψώνοντας τους γύρω τους, να μεγαλουργήσουν – υπηρετώντας ανάγκες άλλων, να πεθάνουν – προσφέροντας ζωή σε άλλους. Είναι η ίδια ακριβώς φύση η οποία ελλοχεύει πίσω από έναν σύγχρονο ιατρό στον οποίο συνδυάζονται η ανάγκη του για ατομική ανέλιξη με την ανακάλυψη ενός φαρμάκου το οποίο θα σώσει εκατομμύρια ζωές. Το αριστοκρατικό – ηρωικό μέρος της φύσεώς του «συνδιαλέγεται» συνεχώς με την απλή μονάδα μίας μάζας και αναλόγως του μέρους που καλύπτει σε κάθε περίοδο της ζωής του κάθε στοιχείο, πράττει. Εν ολίγοις, είτε λόγω προδιαθέσεως, είτε λόγω παιδείας, είτε λόγω κοινωνικής ζυμώσεως, είτε λόγω συνδυασμού όλων αυτών, εντός του λαϊκού συνόλου εμφανίζονται τα στοιχεία των οποίων το ηρωικό μέρος τους υπερβαίνει τα υπόλοιπα. Όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η υπέρβαση τόσο ψηλότερα αναρριχάται η προσωπικότητα στην Ψυχή του συνόλου, φθάνοντας πολλές φορές στην Ηρωολατρεία, λίκνο της αρχαίας Αρίας λαϊκής θρησκείας. Φυσικά, λόγω του πλουραλισμού της ανθρώπινης φύσεως, όλα αυτά θα μπορούν να αποτελέσουν γόνιμο εκμεταλλεύσιμο έδαφος για φύσεις πανούργες και στον πυρήνα τους αντι-ηρωικές, οι οποίες αγκομαχούν μονάχα να εκφράσουν , θελημένα και μη, μία κακής ποιότητος ουσία που τους χαρακτηρίζει, εξηγώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο γιατί μπορούμε να διακρίνουμε εξαιρετικές αριστοκρατικές στον πυρήνα τους φύσεις, κάτω από νοσηρά λάβαρα και πίσω από αρρωστημένους θεωρητικούς.
Όταν συν το χρόνω η εκάστοτε φυσική αριστοκρατία χρησιμοποιεί τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές ή δυνατότητες που τις έχουν δοθεί, εις βάρος του συνόλου από το οποίο προέρχεται αυτή καθ’ αυτή ή οι πρόγονοί της, τότε τα εθνοφυλετικά και ισχυρά δεσμά της αρχίζουν να διαρρηγνύονται και ξεκινά να διαμορφώνεται μία απόσταση, γενεσιουργός δύναμη «τάξεων». Τάξεων, οι οποίες προκύπτουν από την λήθη. Την λήθη της αληθούς αριστείας και φύσεως του ανθρώπου, του οποίου ο βίος δεν αποτελεί μία εφήμερη εκτόνωση, αλλά ταυτοχρόνως εφήμερη και αιώνια αποτύπωση του βαθμού της Θείας ουσίας που νίκησε ή ηττήθηκε μέσω αυτού κατά την διάρκειά αυτού του βίου. Ολόκληρος ο κόσμος των υλιστών, καπιταλιστών – κομμουνιστών, βασίστηκε στα δόγματα τα οποία εναντιώνονται στην Φύση και τον Άνθρωπο, αποκόπτοντάς τον από την κοινότητα η οποία τον γεννά και μέσω της οποίας καλείται να πραγματωθεί. Ο ψυχισμός της ερήμου, είναι απολύτως λογικό να επιθυμεί την ερημοποίηση. Ο ψυχισμός του μίσους, είναι απολύτως λογικό να επιθυμεί την καταστροφή και ο ψυχισμός των νομάδων είναι απολύτως λογικό να απεχθάνεται τις ρίζες. Αυτή ακριβώς η απόσταση την οποία η ευημερία και η ύλη ευνοεί και επιταχύνει, χαρακτηρίζει πολλές φορές τις φυσικές αριστοκρατίες οι οποίες μετεξελίχθηκαν σε οικονομικές ελίτ ή κύκλους διαφύλαξης συμφερόντων, αποδιώχνοντας οποιοδήποτε ίχνος υπηρετήσεως Αξιών ή Ιδανικών. Οι πόλεμοι υπέρ βωμών και εστιών, οι μάχες για την αυτάρκεια της πόλης, για την ασφάλεια των αδυνάμων, για την συντριβή των εχθρών που επιθυμούν την υποδούλωση, μετατρέπονται σε πολέμους εγωιστικών παθών, μικροσυμφερόντων και κάθε λογής μικροσκοπιμοτήτων. Οι γενιές οι οποίες διαμόρφωσαν τα οικόσημά τους και τα εραλδικά τους σύμβολα στα πεδία των μαχών, με το ξίφος και το αίμα τους, ακολουθήθηκαν από γενιές οι οποίες τα φέρουν εντός ζεστών παλατιών όπου καταγράφονται μονάχα τα έσοδα και τα έξοδα του φέουδου. Αυτός ακριβώς είναι ο διαχρονικός εκφυλισμός κάθε ευγενικού – ηρωικού παρελθόντος, όταν αυτό αποκοπεί από την αληθή Φύση του.
Όταν ο Ιππότης Florian Geyer χάραζε πάνω στο σπαθί του την φράση «Nulla Crux-Nulla Corona», χαρακτήριζε εκείνη την εποχή ακριβώς αυτό το πανάρχαιο Άριο επαναστατικό πνεύμα, αυτόν τον μοναδικό ιδεαλισμό που χαρακτήριζε και χαρακτηρίζει κάθε κλαδί της Ινδοευρωπαϊκής εξαπλώσεως. Διότι και ο σταυρός και το στέμμα, αναζητούσαν και αναζητούν ακόμη και σήμερα την διατήρηση των συμφερόντων τους και επ’ ουδενί την υπηρέτηση της εκάστοτε Λαϊκής Κοινότητος. Εξέφραζε, λοιπόν, την παλαιά εκείνη ιπποτική αριστοκρατία η οποία μερικά χρόνια νωρίτερα το 1522 επίσης επαναστάτησε. Εκφράζει επίσης και ένα ολόκληρο πνεύμα εναντιώσεως σε μία αλλότρια πίστη και αντίληψη, εκείνη της συνεχούς διάσπασης και εκμετάλλευσης των λαϊκών κοινοτήτων προς όφελος μίας σταδιακώς οικονομικής διαμορφωμένης «αριστοκρατίας». Αποτελεί άλλωστε η εξέγερση αυτή προοίμιο των διεργασιών προς την μελλοντική ενωμένη και Εθνικώς προσδιορισμένη Γερμανία.